- περιφύομαι
- περιφύ̱ομαι , περιφύομαιpres ind mp 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
περιφυέντων — περιφύομαι aor part pass masc/neut gen pl περιφύομαι aor imperat pass 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιφυεῖσα — περιφύομαι aor part pass fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιφυείσης — περιφύομαι aor part pass fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιφυῆναι — περιφύομαι aor inf pass … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιφυῇ — περιφύομαι aor subj pass 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιφῦναι — περιφύομαι aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιφῦσα — περιφύομαι aor part act fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιφύντες — περιφύομαι aor part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιφύντος — περιφύομαι aor part act masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιφῦσ' — περιφῦσα , περιφύομαι aor part act fem nom/voc sg περιφῦσαι , περιφύομαι aor part act fem nom/voc pl περιφῦσαι , περιφύομαι aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)